Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Χονγκ Κονγκ κ. Νεκταρίου
Τον τελευταίο καιρό η ελληνική κοινωνία συγκλονίζεται από καταγγελίες για κληρικούς που διαχειρίζονται μοναστηριακές περιουσίες με αμφιλεγόμενο τρόπο, επιδιώκουν εκκλησιαστικά αξιώματα με πολιτικές μεθοδεύσεις ή ακόμη και επιχειρούν να εμπορευθούν ιερά κειμήλια. Δεν είναι η πρώτη φορά που η Εκκλησία βρίσκεται αντιμέτωπη με ανάλογες κρίσεις. Από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ζωής της, τα ιερά κείμενα προειδοποιούν για κινδύνους πλάνης και σκανδάλου. Η παραβολή των ζιζανίων (Ματθ. 13:24–30) αναγνωρίζει ότι μέσα στο σώμα της Εκκλησίας θα υπάρχουν άνθρωποι που δεν θα σταθούν αντάξιοι της κλήσης και του λειτουργήματός τους.
Η εκκλησιαστική παράδοση προσεγγίζει το ζήτημα με μια κρίσιμη ισορροπία. Ο Ιωάννης Χρυσόστομος τόνιζε ότι τα Μυστήρια δεν χάνουν την αξία τους λόγω της αδυναμίας του κληρικού· η χάρη ανήκει στον Θεό. Αυτό δεν σημαίνει ατιμωρησία. Καθαιρέσεις, καταδίκες για «σιμωνία», και αυστηροί κανόνες, στάθηκαν ανά τους αιώνες μέσα αντιμετώπισης παραπτωμάτων. Το κήρυγμα της Εκκλησίας δεν είναι «κυνήγι μαγισσών», αλλά επιστροφή στη μετάνοια και τη θεραπεία του ανθρώπου. Κάθε κρίση αποτελεί πρόσκληση για διόρθωση και μετάνοια.
Η κοινωνιολογική διάσταση είναι εξίσου σημαντική. Η Εκκλησία δεν ζει σε απομόνωση, αλλά είναι μέρος της κοινωνίας και αντανακλά τις πιέσεις και την διαφθορά της εποχής: πολιτική εμπλοκή, οικονομικά συμφέροντα, τάση για κύρος. Ο Durkheim μας θυμίζει ότι οι θρησκευτικοί θεσμοί ενσαρκώνουν συλλογικές αξίες. Όταν ένας τέτοιος θεσμός παρεκκλίνει, η κοινωνία αντιδρά πιο έντονα απ’ ό,τι σε άλλους τομείς, γιατί αισθάνεται πως προδόθηκαν οι ίδιες οι αξίες που οφείλει να πρεσβεύει. Από εκεί εξηγούνται οι φωνές οργής, οι σαρκασμοί, αλλά και οι αγωνιώδεις εκκλήσεις για «κάθαρση».
Η ψυχολογία υπενθυμίζει ότι ο κληρικός δεν παύει να είναι άνθρωπος με αδυναμίες, ανάγκες και πάθη. Η εξουσία, η κοινωνική αναγνώριση και η αίσθηση κύρους μπορούν εύκολα να μετατραπούν σε πειρασμό, αν δεν υπάρχει λογοδοσία και πνευματική στήριξη. Ταυτόχρονα, η καθημερινότητα του κληρικού είναι συχνά δύσκολη: ευθύνη απέναντι στην κοινότητα, ζωή συνεχούς προσφοράς, οικονομικές πιέσεις, ψυχική φθορά. Όλα αυτά μπορούν να δημιουργήσουν εσωτερικά κενά που οδηγούν σε σφάλματα. Η σύγχρονη ψυχολογία τονίζει την ανάγκη πρόληψης: επιμόρφωση, τακτική συμβουλευτική, ακόμη και ψυχολογική εποπτεία, ώστε ο κληρικός να μη μένει μόνος μπροστά στις αδυναμίες του. Χρειάζεται επίσης αλήθεια και φροντίδα για την ίδια την κοινότητα, γιατί τα σκάνδαλα δεν τραυματίζουν μόνο τον ίδιο τον κληρικό, αλλά και το ποίμνιο που αισθάνεται προδομένο. Η ανοιχτή αναγνώριση των λαθών, η λήψη μέτρων, και η στήριξη των πιστών αποτελούν βασικούς όρους για να ξαναχτιστεί η εμπιστοσύνη.
Τι σημαίνουν όλα αυτά για εμάς σήμερα; Πρώτον, ότι δεν είναι έντιμο να σβήνει κανείς την Εκκλησία από τον χάρτη λόγω μεμονωμένων εκτροπών. Η παράδοση δείχνει ότι ανέκαθεν υπήρξαν «ζιζάνια», χωρίς αυτό να εξαφανίζει το σιτάρι. Δεύτερον, δεν επιτρέπεται ούτε η ελαστικότητα ούτε η σιωπή απέναντι στις πραγματικές παρεκτροπές. Χρειάζονται σοβαροί μηχανισμοί ελέγχου, διαφάνεια και τόλμη για ανάληψη ευθυνών. Τρίτον, πρέπει να υπενθυμίζεται ότι οι κληρικοί δεν είναι υπεράνθρωποι αλλά μέλη της κοινότητας που χρειάζονται πνευματική και ψυχική φροντίδα.
Σε μια εποχή που η εμπιστοσύνη προς τους θεσμούς διαρκώς μειώνεται, η Εκκλησία έχει την ευκαιρία να μετατρέψει κάθε κρίση σε αφορμή ανανέωσης. Όχι με επιφανειακή «διαχείριση ζημιών», αλλά με γνήσια αυτοκριτική και επιστροφή στο πνεύμα του Ευαγγελίου: διαφάνεια, εντιμότητα, ταπείνωση. Μόνο έτσι τα σκάνδαλα θα πάψουν να είναι πληγή και θα γίνουν μάθημα — για κλήρο και λαό.